Από τη πρώτη στιγμή που θα φτάσεις στη Λα Παζ, συνειδητοποιείς ότι βρίσκεσαι σε ένα ξεχωριστό μέρος του κόσμου. Αν και η μεγαλύτερη πόλη της Βολιβίας, η Λα Παζ δεν είναι η πρωτεύουσα της, καθώς η επίσημη πρωτεύουσα είναι η ¨λευκή πόλη” Σούκρε στο νότο.
Στα πρώτα σου βήματα στους χαοτικούς της δρόμους, γρήγορα θα νιώσεις τις επιπτώσεις του υψομέτρου. Η Λα Παζ, στέκει στα 3.600 μέτρα, ένα ύψος που στη κυριολεξία θα σου κόψει την ανάσα. Οι διάφορες γειτονιές της συνδέονται εντυπωσιακά με τελεφερίκ, που γρήγορα σε μεταφέρουν στους τριγύρω λόφους, όπως τη πιο φτωχική συνοικία του El Alto. Εκεί κάθε Κυριακή, πραγματοποιείται η μεγαλύτερη (και φθηνότερη) υπαίθρια αγορά που είδα ποτέ μου. Είναι τόσο μεγάλη που βγαίνοντας από το σταθμό του τελεφερίκ, θα δεις ντόπιους να πουλάνε χάρτες της αγοράς καθώς πολύ επισκέπτες χάνονται στους δαιδαλώδης δρόμους της.
Βρέθηκα στη Λα Παζ με τρεις καλούς φίλους που γνώρισα νωρίτερα στη λίμνη Τιτικάκα. Ένας από αυτούς, ο Ολλανδός Ramco, μου μίλησε για το βουνό Huayna Potosi που βρίσκεται λίγα χιλιόμετρα μακριά από τη πόλη. Νωρίτερα, είχε συναντήσει κάποιους ταξιδιώτες που του περιέγραψαν την εμπειρία της ανάβασης έως τα 6.088 μέτρα της κορυφής ως την δυσκολότερη αλλά ομορφότερη της ζωής τους. Δε χρειάστηκαν πολλά περισσότερα λόγια για να πειστώ. Λίγες εβδομάδες νωρίτερα, στο Περού, μία σοβαρή υψομετρική ασθένεια με ανάγκασε να εγκαταλείψω τη πεζοπορία λίγο πριν φτάσω στα 4.700 μέτρα. Ήταν η ευκαιρία να πάρω το αίμα μου πίσω, και με το παραπάνω.
Οργανώνοντας τη πεζοπορία και τι θα χρειαστείς για το Huayna Potosi.
Στο κέντρο της Λα Παζ, βρίσκονται τα περισσότερα τουριστικά γραφεία που οργανώνουν την ανάβαση στη κορυφή Huayna Potosi. Είναι προφανές, ότι μπορείς να φτάσεις στη κορυφή μόνο με τη χρήση ειδικού εξοπλισμού για το κρύο και το υψόμετρο, καθώς και με τη συνοδεία κάποιου έμπειρου οδηγού.
Μιας και βρισκόμασταν στο κέντρο επισκεφτήκαμε την αγορά των μαγισσών, ένα εξωπραγματικό μέρος όπου τα υπαίθρια κιόσκια πουλάνε αποξηραμένα έμβρυα από λάμα για θυσίες στη μητέρα φύση (pachamama), και μαγικά ξόρκια που υπόσχονται να κάνουν οποιοδήποτε να σε ερωτευτεί.
Μετά το πρωτόγνωρο αυτό θέαμα, κατευθυνθήκαμε στο τουριστικό γραφείο Jiwaki, όπου όλοι οι ταξιδιώτες μας πρότειναν ως το καλύτερο για την επικείμενη ανάβαση. Πραγματικά, εν τέλει έμεινα πολύ ικανοποιημένος, και θα συνιστούσα το γραφείο σε οποιοδήποτε επιδιώξει τη κατάκτηση της κορυφής. Στο γραφείο, μας εξήγησαν με λεπτομέρειες τη διαδικασία της τριήμερης επιχείρησης, μας έδειξαν τον εξοπλισμό και μας εξήγησαν το τι επιπλέον θα χρειαστούμε.
Δε θα χρειαστεί να ανησυχήσεις καθόλου για τον ορειβατικό εξοπλισμό. Θα έχεις στη διάθεση σου υψηλής ποιότητας ορειβατικές μπότες, τα καρφιά που σου επιτρέπουν να περπατάς στο πάγο, κράνος, το ειδικό τσεκούρι πάγου, γάντια και αντιανεμικό/ισοθερμικό παντελόνι και μπουφάν. Ωστόσο θα χρειαστεί να έχεις μαζί σου μερικά ρούχα που θα φοράς μέσα από τα αντιανεμικά, έναν υπνόσακο με αντοχή ως τους -5 βαθμούς, έναν φακό κεφαλής και ένα σακίδιο που θα χωράει όλο τον εξοπλισμό. Μπορείς να νοικιάσεις όλα τα παραπάνω από το γραφείο για ένα επιπλέον κόστος. Επίσης, για κάθε δύο άτομα που συμμετέχουν στην αποστολή παρέχεται ένας έμπειρος ντόπιος ξεναγός.
Η καλύτερη περίοδος για την ανάβαση είναι από το Μάιο έως το Νοέμβριο, δηλαδή κατά τη ξηρή περίοδο, όπου η χιονόπτωση δεν είναι τόσο σφοδρή. Το ποσοστό επιτυχίας για τη κατάκτηση της κορυφής είναι αρκετά μικρότερο τους άλλους μήνες, και μερικές φορές αδύνατο λόγω των καιρικών φαινομένων.
Πόσο κοστίζει η ορειβασία στο Huayna Potosi;
Το κόστος της αποστολής εξαρτάται από τη περίοδο, τον αριθμό των συμμετεχόντων και τις διαπραγματευτικές σου ικανότητες. Συνήθως, η τιμή θα κυμανθεί από 120 – 160 ευρώ για τις τρεις ημέρες της επιχείρησης. Εκτός από το προαναφερόμενο εξοπλισμό και ξεναγό, συμπεριλαμβάνονται στη τιμή όλα τα γεύματα, νερό, διαμονή και μεταφορές σε αυτές τις ημέρες. Η εξαιρετικά προσιτή τιμή καθιστά το Huayna Potosi μία από τις πιο προσβάσιμες κορυφές του κόσμου για να ξεπεράσεις τα 6000 μέτρα.
Μη ξεχνάς ότι στη Βολιβία, και γενικότερα στη νότια Αμερική υπάρχει χώρος για “παζάρι” σε κάθε σχεδόν προϊόν ή υπηρεσία που θες να αποκτήσεις. Στο τουριστικό γραφείο, είδα από πρώτο χέρι άλλη μια φορά τη πολιτισμική διαφορά δύο εντελώς διαφορετικών χωρών, εκφραζόμενων στο δικό μου πρόσωπο και του φίλου μου Ramco. Ο πάντοτε ευγενικός και χαμηλών τόνων Ολλανδός. ένιωσε άβολα και τελικά έμεινε έκθαμβος όταν ο Έλληνας φίλος του έριξε τη τιμή κατά περίπου 15%, μετά από στοχευμένες διαπραγματεύσεις.
Ημέρα πρώτη της ανάβασης Huayna Potosi: Φτάνοντας στο πρώτο καταφύγιο και εκπαίδευση ορειβασίας σε πάγο.
Η πρώτη μέρα ξεκίνησε με τη συγκέντρωση στις 08:00 το πρωί όλων των ορειβατών στα κεντρικά γραφεία. Συνολικά εκείνη την ημέρα, θα αναχωρούσε ένα γκρουπ 10 ατόμων, επομένως θα μας συνόδευαν 5 ντόπιοι οδηγοί (ένας για κάθε δύο αναβάτες). Στο γραφείο, όλοι μας δοκιμάσαμε τον εξοπλισμό, τις στολές και τις ειδικές μπότες και βεβαιωθήκαμε ότι έχουμε δανειστεί το κατάλληλο μέγεθος.
Το βανάκι ξεκίνησε για το προορισμό μας με μια σύντομη στάση σε τοπική αγορά ώστε να προμηθευτούμε κάποια τελευταία προϊόντα. Τα απαραίτητα για το υψόμετρο φύλλα κόκας, σταφίδες, σοκολάτα και αποξηραμένα τσιπς μπανάνας για ενέργεια. Το γρήγορο σχετικά ταξίδι συνεχίστηκε, φτάνοντας σε περίπου δύο ώρες στη πρώτη κατασκήνωση, και το τελευταίο σημείο όπου μπορούσε να μας μεταφέρει το αυτοκίνητο.
Ήμασταν ήδη σε υψόμετρο 4.700 μέτρα, μακριά από κάθε ίχνος πολιτισμού, με γιγάντιες κορυφές να μας περιτριγυρίζουν. Το καταφύγιο ήταν απλό αλλά συμπαθητικό, με ένα μεγάλο κοινόχρηστο υπνοδωμάτιο για τους αναβάτες, και δύο τουαλέτες έξω από το κεντρικό κτίριο. Όλοι μας συγκεντρωθήκαμε στη τραπεζαρία, και μοιραστήκαμε ενα εξαιρετικό και γεμάτο μεσημεριανό. Αρχίσαμε να γνωρίζουμε ο ένας τον άλλο και να ανταλλάσσουμε ιστορίες από τις διαφορετικές χώρες που όλοι προερχόμασταν.
Μετά το γεύμα, φορέσαμε μέρος του εξοπλισμού και ξεκινήσαμε μία σύντομη πεζοπορία για μία περίπου ώρα στο κοντινό παγόβουνο.
Εκεί θα γινόταν η εκπαίδευση της ημέρας για περπάτημα και ορειβασία σε χιόνι και πάγο. Οι ειδικές βαριές μπότες και τα καρφιά που εφαρμόζονται στο κάτω τους μέρος, έκαναν το περπάτημα περίπλοκο και δύσκολο. Ακόμη θυμάμαι ότι στα πρώτα βήματα, μου φάνταζε αδύνατο τη τελευταία μέρα να περπατήσω για ώρες φορώντας αυτά τα παπούτσια. Ωστόσο, μέσα σε λίγες ώρες, τα πόδια και το σώμα ξεκίνησαν να συνηθίζουν στο νέο αυτό εξοπλισμό και η κίνηση γινόταν πιο φυσική.
Φτάνοντας στο παγόβουνο, η εκπαίδευση ξεκίνησε με την ελεύθερη ανάβαση των έμπειρων οδηγών στο υψηλότερο του τμήμα και την επίδειξη για το πως θα πρέπει να χρησιμοποιήσουμε το τσεκούρι πάγου. Εκεί, τοποθέτησαν τα σχοινιά που θα χρησιμοποιούσαμε για να δεθούμε κατά το σκαρφάλωμα. Πολλοί από την ομάδα είχαν επιχειρήσει στο παρελθόν ορειβασία πάγου, αλλά για μένα ήταν κάτι το εντελώς πρωτόγνωρο. Ένιωθα τον ενθουσιασμό και τη γλυκιά ανησυχία που αισθάνεσαι μόνο όταν πρόκειται να περπατήσεις ένα άγνωστο μονοπάτι. Η νευρικότητα εντάθηκε βλέποντας τα περισσότερα μέλη της ομάδας να αποτυγχάνουν να φτάσουν στη κορυφή. Η σειρά μου έφτασε, έδεσα τον εαυτό μου στο σχοινί και κράτησα τα δύο τσεκουράκια. Προσπάθησα να μιμηθώ την τεχνική των εκπαιδευτών με γρήγορα και κάθετα χτυπήματα σε όλο και ψηλότερα τμήματα του παγόβουνου. Ένα θα σου πω με σιγουριά, η ορειβασία σε πάγο δεν είναι περίπατος. Στη κορυφή των 30 περίπου μέτρων ένιωσα τους πήχεις μου να καίνε, αλλά μόλις είχα ανακαλύψει ένα νέο πάθος που ξέρω ότι θα με συντροφεύει για το υπόλοιπο της ζωής μου. Ανυπομονούσα για την ορειβασία της τελευταίας μέρας.
Μετά από μερικές ώρες, η εκπαίδευση τελείωσε, και κινήσαμε πριν νυχτώσει πίσω στη κατασκήνωση. Καθώς οι μάγειρες ετοίμαζαν το δείπνο, όλοι οι ταξιδιώτες είχαμε την ευκαιρία να μοιραστούμε περισσότερες ιστορίες από τις πολυτάραχες ζωές μας. Το πέτρινο, απομονωμένο καταφύγιο αντηχούσε με γέλια και φωνές εντελώς διαφορετικών ανθρώπων από κάθε γωνιά του κόσμου, που είχαν όμως ένα κοινό χαρακτηριστικό: τη θέληση να ζήσουν τη ζωή τους στα μέγιστο βαθμό. Μόνο ανάμεσα σε ταξιδιώτες θα μπορούσε να δημιουργηθεί τόσο ισχυρό δέσιμο μέσα σε λίγες ώρες. Πρέπει να έχεις ένα συγκεκριμένο τρόπο σκέψης για να επιχειρήσεις να ανέβεις στα 6.088 μέτρα. Και εκείνο το βράδυ, μέσα στη διαφορετικότητά μας αναγνωρίσαμε ο ένας στον άλλο ένα κομμάτι του εαυτού μας.
Ημέρα δεύτερη της ανάβασης Huayna Potosi: Η τελευταία νύχτα στο δεύτερο καταφύγιο.
Το επόμενο πρωί, ξυπνήσαμε γύρω στις οκτώ και απολαύσαμε το πρωινό, που με φροντίδα μαγείρεψαν οι ντόπιοι μάγειρες. Κάποιοι από την ομάδα, ήδη ένιωθαν ζάλη και τάσεις για εμετό εξαιτίας του υψομέτρου. Οι οδηγοί τους βοήθησαν και τους παρείχαν τα κατάλληλα φάρμακα για τη καταπολέμηση των συμπτωμάτων. Ευτυχώς σύντομα ένιωσαν καλύτερα, και μπόρεσαν να συνεχίσουν τη περιπέτεια. Στη συνέχεια, ετοιμάσαμε τα σακίδια και τον εξοπλισμό, για να ξεκινήσουμε τη πεζοπορία έως το δεύτερο και τελευταίο καταφύγιο, στα 5.200 μέτρα. Από το καταφύγιο αυτό, θα ξεκινούσε τη τελευταία μέρα η κατάληψη της κορυφής.
Κατά την ανάβαση, συναντήσαμε στο στενό μονοπάτι ταξιδιώτες που κατέβαιναν μετά την επιχείρηση της κορυφής το προηγούμενο βράδυ. Στις ερωτήσεις μας για την εμπερία, όλοι είχαν ακριβώς την ίδια απάντηση: το πιο δύσκολο και όμορφο κατόρθωμα της ζωής μου, αλλά δε θα το έκανα ποτέ ξανά. Θεώρησα πως ήταν υπερβολικοί, πόσο δύσκολο μπορεί να ήταν…
Μετά από δύο περίπου ώρες πεζοπορίας, φτάσαμε στο δεύτερο καταφύγιο. Το τοπίο ήταν εντυπωσιακό. Ένα μικρό πέτρινο κτίριο που περισσότερο θύμιζε εκκλησία ήταν η μόνη χρωματιστή πινελιά σε ένα κατάλευκο φόντο. Αν και μεσημέρι, το κρύο στα 5.200 μέτρα ήταν διαπεραστικό, γι αυτό και γρήγορα συγκεντρωθήκαμε στη κεντρική σάλα για ένα ζεστό τσάι.
Η πεζοπορία για τη κορυφή θα ξεκινούσε στις 12.00 το βράδυ, με στόχο να φτάσουμε στο Huayna Potosi πριν τις 07.00 το πρωί όπου ο ήλιος θα έλιωνε το χιόνι και θα έκανε τις συνθήκες πιο επικίνδυνες. Για το λόγο αυτό, το τελευταίο γεύμα θα ήταν στις 17.00 το απόγευμα, και μετά θα προσπαθούσαμε να κοιμηθούμε ως τα μεσάνυχτα. Το κλίμα σε αυτό το δεύτερο δείπνο ήταν αρκετά διαφορετικό. Πλέον, η πρόκληση ήταν πολύ κοντά, και πολλά μέλη της ομάδας ήταν εμφανώς ανήσυχα. Οι φιλικοί οδηγοί, προσπάθησαν με αστεία και πληροφορίες να ελαφρύνουν τη βαριά ατμόσφαιρα. Το φαγητό ήταν άλλη μια φορά εξαιρετικό και αφού ετοιμάσαμε τον εξοπλισμό για την επόμενη μέρα, ξαπλώσαμε στις 18.00 το απόγευμα με την ελπίδα να απολαύσουμε μερικές ώρες ύπνου.
Για μένα ήταν αδύνατο να κλείσω τα μάτια έστω και για ένα λεπτό. Αρχικά, σε αυτό το τρομερό ύψος, με την έλλειψη οξυγόνου ένιωθα διαρκώς το κεφάλι μου βαρύ και την αναπνοή μου πιο γρήγορη. Επιπρόσθετα, ο ενθουσιασμός για την επικείμενη περιπέτεια, δεν επέτρεπε στις σκέψεις μου να καταλαγιάσουν και να ηρεμήσουν. Μετρούσα κάθε λεπτό μέχρι το ξυπνητήρι να χτυπήσει στα μέσα της νύχτας. Κάποια στιγμή έπρεπε να επισκεφτώ τη τουαλέτα που βρισκόταν μερικά μέτρα έξω από το καταφύγιο. Φόρεσα όσα περισσότερα ζεστά ρούχα μπορούσα να βρω χωρίς να ενοχλήσω όσους κατάφεραν να αποκοιμηθούν και άνοιξα τη βαριά ξύλινη πόρτα. Το θέαμα που αντίκρισα, θα μείνει χαραγμένο μέσα μου για πάντα. Στο απόλυτο μαύρο της νύχτας με ζάλισε ο λευκός απόηχος των χιονισμένων κορυφών που με περιτριγύριζαν. Σε ακτίνα δεκάδων χιλιομέτρων, δεν υπήρχε το φως ούτε από ένα κερί. Έστρεψα το βλέμμα μου στον ουρανό. Ήταν η πρώτη φορά που είδα τόσο ξεκάθαρα τους χρωματισμούς και στροβιλισμούς του γαλαξία. Τα αστέρια έμοιαζαν με χριστουγεννιάτικα λαμπιόνια που με επιδεξιότητα κάποιος τοποθέτησε στο ιδανικό για το καθένα μέρος. Ένα από αυτά, άρχισε να πέφτει στο βραδινό ουρανό μέχρι που γρήγορα χάθηκε και έγινε ένα με το απέραντο μαύρο. Δεν ήταν δύσκολο να διαλέξω μια ευχή, το μόνο που υπήρχε ούτως η άλλως στο μυαλό μου ήταν η κορυφή. Όλα μοιάζαν σαν ένα ψέμα, μία ταινία φαντασίας, ήταν όμως η πραγματικότητα. Πέρασαν μερικά λεπτά μέχρι που ένας οδηγός βγήκε από το κτίριο για να πάει στη τουαλέτα, και ξαφνιασμένος με βρήκε να κοιτάω τον ουρανό στη παγωνιά της νύχτας. “Δε σ’ αρέσει ο ύπνος; Σε 2 ώρες ξεκινάμε για τη κορυφή…” μου είπε και με επανέφερε στη πραγματικότητα.
Ημέρα τρίτη της ανάβασης Huayna Potosi: Η κατάκτηση της κορυφής.
Η μεγάλη στιγμή έφτασε, και τα μεσάνυχτα, όλη η ομάδα και οι οδηγοί ξύπνησαν και ξεκίνησαν να ετοιμάζουν τους σάκους και να φοράνε τον εξοπλισμό. Τότε μάθαμε πως οι καιρικές συνθήκες ξεκίνησαν να είναι απρόσμενα κακές, και θα πρέπει να περιμένουμε πολύ χιόνι. Ίσως η κακοκαιρία να μας ανάγκαζε να γυρίσουμε πίσω στα μισά της διαδρομής.
Η ομάδα βγήκε στη παγωμένη νύχτα. Τα ισοθερμικά ρούχα έκαναν πολύ καλά τη δουλειά τους και μας προστάτευαν απόλυτα από την ακραία θερμοκρασία που έφτανε τους -5 βαθμούς. Ο φακός στο κράνος μας φώτιζε το δρόμο μπροστά, και τα φύλλα κόκας ήταν το μόνο όπλο μας απέναντι στην ασθένεια του υψομέτρου, που θα γινόταν όλο και μεγαλύτερη. Τα πρώτα 40 περίπου λεπτά όλο το γκρουπ περπατήσαμε μαζί σε ένα πέτρινο μονοπάτι που είχε καλυφθεί μόνο με λίγο απαλό χιόνι.
Σύντομα φτάσαμε στο τμήμα της διαδρομής που ξεκινούσε ο πάγος, επομένως φορέσαμε στο κάτω μέρος της αντιολισθητικής μπότας τα ειδικά καρφιά και χωριστήκαμε στις προκαθορισμένες ομάδες των τριών ατόμων. Οι τρεις, δεθήκαμε με σχοινί σε μία σειρά, ώστε σε περίπτωση πτώσης του ενός, οι άλλοι δύο να τον κρατήσουν πριν βρεθεί στο γκρεμό. Μπροστά λοιπόν θα πήγαινε ο ευδιάθετος οδηγός, στη μέση εγώ και στο τέλος ο φίλος Ramco.
Όσο η ώρα περνούσε, το χιόνι γινόταν όλο και πιο πυκνό και ο αέρας όλο και πιο αραιός, κάνοντας το κάθε βήμα δυσκολότερο. Κάθε μισή περίπου ώρα θα κάναμε ένα δίλεπτο διάλειμμα για να πάρουμε μια ανάσα και να φάμε λίγη σοκολάτα και σταφίδες για ενέργεια. Μεγαλύτερο διάλειμμα ήταν αδύνατο όταν έχεις ως αντίπαλο το κρύο και τη μυϊκή κούραση. Η δική μας ομάδα είχε πλέον προχωρήσει αρκετά μπροστά από τις υπόλοιπες, χαράζοντας τη διαδρομή στη πλαγιά του βουνού. Η πρώτη ώρα για μένα βγήκε σε καλό ρυθμό, παρασυρόμενος από τον ενθουσιασμό και το μοναδικό τοπίο. Τη δεύτερη όμως ώρα, άρχισα να νιώθω τη κούραση από το βαρύ εξοπλισμό και την αϋπνία. Το μυαλό μου κατέκλυσαν σκέψεις πως ήταν αδύνατο να συνεχίσω για τις πολλές υπολειπόμενες ώρες. Μήπως θα ήταν καλύτερα να τα παρατήσω πριν η κόπωση γίνει ανυπόφορη, μήπως δεν είμαι αρκετά ικανός και έτοιμος για μια τόσο μεγάλη πρόκληση; Έσκυψα το κεφάλι και προσπάθησα να σκεφτώ κάτι διαφορετικό, εστιάζοντας σε κάθε αργό βήμα που βύθιζε τη μισή βαριά μπότα μέσα στο πυκνό χιόνι.
Τότε, φτάσαμε στο παγόβουνο που θα έπρεπε να κάνουμε την αναρρίχηση με τα τσεκούρια πάγου για την οποία εκπαιδευτήκαμε τη πρώτη μέρα. Ο οδηγός ξεχύθηκε μπροστά και ανά ένα περίπου μέτρο ξεκίνησε να τοποθετεί τα καρφιά που θα περνούσαμε στη συνέχεια το σχοινί μας. Πίσω του εμείς, ανεβαίνοντας αργά και σταθερά τη σχεδόν κατακόρυφη πλαγιά. Η ώρα ήταν 03:00 το πρωί, και η αδρεναλίνη βρισκόταν στα ύψη. Στα χέρια σου κρατούσες όλο σου το σώμα και μία λάθος κίνηση θα σήμαινε σοβαρό κίνδυνο για εσένα και την ομάδα που ήταν δεμένη μαζί σου. Σε 15 περίπου λεπτά, ήμασταν στη κορυφή του παγόβουνου. Κάθε κούραση και κάθε αμφιβολία για τις ικανότητές μου είχε εξαφανιστεί. Ένιωθα τη κορυφή πιο κοντά από ποτέ. Ένιωθα περηφάνια και εμπιστοσύνη σε μένα και την ομάδα μου. Κράτησα την ευφορία καλά κρυμμένη μέσα μου και συνέχισα την ανάβαση.
Οι ώρες περνούσαν και η τριμελής μας ομάδα “έτρωγε” σιγά σιγά τα χιλιόμετρα ως τη κορυφή. Μετά από μερικές ώρες είδαμε έκθαμβοι τη θέα από τα φώτα στη Λα Παζ να απλώνονται κάτω και μακριά.
Στο στόμα μου, δε θα ξεχάσω ποτέ την δυσάρεστη γεύση που έμεινε από τα φύλλα κόκας και τη σοκολάτα. Το κεφάλι ένιωθε βαρύ και το οξυγόνο σχεδόν ανύπαρκτο. Τα ίχνη από τα βήματα που αφήναμε πίσω μας γρήγορα καλύπτονταν από νέο χιόνι. “Είμαστε σχεδόν στα 6.000 μέτρα, μένουν 100 μέτρα ανάβασης” μας φώναξε ο οδηγός για να μας δώσει δύναμη. Με τον ασύρματο κάλεσε τους άλλους οδηγούς για να δει πως τα πάνε οι άλλες ομάδες που ακολουθούσαν. Μας ενημέρωσε πως μόνο μία ακόμη ομάδα είχε ελπίδα να φτάσει στη κορυφή ενώ τα άλλα έξι μέλη, είτε βρίσκονταν πολύ πίσω ή είχαν σοβαρά προβλήματα με το υψόμετρο.
Τα τελευταία 100 μέτρα ήταν βγαλμένα από ταινία. Παντού τριγύρω ήταν δάση από σταλαγμίτες που σου άφηναν ένα μηδαμινό πέρασμα για να περάσεις βάζοντας το ένα πόδι μπροστά στο άλλο. Η κλίση ήταν απότομη και έπρεπε να χρησιμοποιήσουμε όλη τη δύναμη που έμενε σε χέρια και πόδια για να προχωρήσουμε κάθε βήμα. Πίσω μου άκουγα τη βαριά αναπνοή και τη φωνή του Ramco που ξεκίνησε να έχει επίμονο πονοκέφαλο. Ο ήλιος άρχισε να βγαίνει, και σταματήσαμε για λίγα λεπτά στην άκρη του γκρεμού, για να δούμε τη μοναδική ανατολή. Ο ουρανός έγινε κόκκινος και εμείς, σαν τρία νεογέννητα πουλιά που φοβούνται να βγουν από τη πανύψηλη φωλιά τους χαζεύαμε τη μοναδικότητα του τοπίου και προσπαθούσαμε να συνειδητοποιήσουμε που βρισκόμασταν.
Η φωνή του οδηγού μας γύρισε πίσω και μας παρότρυνε να συνεχίσουμε τα τελευταία μέτρα.
Πλέον μπορούσαμε να δούμε τη κορυφή. Έμοιαζε τόσο κοντά, αλλά και τόσο μακριά, μα τώρα τίποτα δε μπορούσε να μας σταματήσει.
Κάναμε τα τελευταία βαριά βήματα, και οι τρεις μας φτάσαμε στο ψηλότερο σημείο του επιβλητικού βουνού Huayna Potosi. Αγκαλιαστήκαμε και αρχίσαμε να γελάμε και να φωνάζουμε δυνατά. Απέραντη ευτυχία κατέκλεισε κάθε τμήμα του σώματός μου. Κάθισα σε μια πέτρα στη κορυφή και κοίταξα τη θέα. Από τη μία πλευρά, το χιόνι της απότομης πλαγιάς κατέληγε σε μια απέραντη θάλασσα από σύννεφα. Στην άκρη της, ένας κατακόκκινος ήλιος που έμοιαζε περισσότερο με αυτούς στους πίνακες ζωγραφικής. Και από την άλλη πλευρά, πολύ χαμηλά, σαν σε άλλο κόσμο, πράσινες πεδιάδες, ποτάμια και στο βάθος η λίμνη Τιτικάκα. Χωρίς να το θέλω ξεπήδησε στο μυαλό μου η σκέψη για το πόσο πραγματικά πλούσιος είμαι. Όσα χρήματα και να έχεις, αυτό το συναίσθημα, αυτό το κατόρθωμα, αυτή τη στιγμή δε μπορείς να την αγοράσεις αλλά μόνο να τη κερδίσεις με τον ιδρώτα σου. Δάκρυα ήρθαν στα μάτια μου που δε μπορούσα να συγκρατήσω όσο κι αν προσπάθησα. Τα ίδια δάκρυα έχουν έρθει ξανά κάποιες μοναδικές στιγμές στη ζωή μου, και δεν έχουν σταματημό. Ο οδηγός έβγαλε το κινητό του και άρχισε να με βγάζει βίντεο, απειλώντας με πως θα το στείλει στη κοπέλα μου. Γελάσαμε, αγκαλιαστήκαμε και οι τρεις για μια τελευταία φορα, και κινήσαμε για το δρόμο της επιστροφής.
Χωρίς το στόχο της κορυφής να μας περιμένει, ο δρόμος προς το καταφύγιο έμοιαζε ατελείωτος. Η κούραση και η αϋπνία χτύπησε στο μέγιστο βαθμό, και η πίεση από το υψόμετρο μας έδιωχνε γρήγορα από τα 6.000 μέτρα. Πλέον ήμουν σε αυτόματο πρόγραμμα, δεν μπορούσα να ελέγξω τα πόδια μου και είχα ως μόνη σκέψη το κρεβάτι στο καταφύγιο. Οι ώρες πέρασαν δύσκολα, και φτάσαμε στο παγόβουνο που προηγουμένως είχαμε κάνει την αναρρίχηση. Αυτή τη φορά έπρεπε με ραπέλ να κατεβούμε την απότομη πλαγιά. Δέθηκα στη κορυφή με το σχοινί, και χρησιμοποιώντας μόνο τα πόδια έφτασα σε μερικά λεπτά στις ρίζες του παγόβουνου.
Λίγες ώρες ακόμη πεζοπορίας και επιτέλους αντίκρισα το πολυπόθητο καταφύγιο. Οι φίλοι μας περίμεναν με χαμόγελο και μας έδωσαν συγχαρητήρια για την επιτυχία μας. Μη μπορώντας να κρατήσω τα μάτια μου ανοιχτά, κατευθύνθηκα στο κρεβάτι μου, και φορώντας όλο τον εξοπλισμό, έπεσα σε βαθύ ύπνο. Είκοσι λεπτά μετά, ο οδηγός με ξύπνησε καθώς έπρεπε να κατεβούμε στο πρώτο καταφύγιο, όπου θα μας περίμενε το βανάκι για το δρόμο της επιστροφής.
Τελευταίες σκέψεις για το Huayna Potosi.
Τις επόμενες δύο ημέρες, θα τις ξόδευα στη Λα Παζ για να ξεκουραστώ και να ανακτήσω δυνάμεις. Μετά τον απαραίτητο ύπνο, βρέθηκα με το Ramco στη ταράτσα του hostel και μιλήσαμε για την όλη εμπειρία. Εκεί αρχίσαμε να συνειδητοποιούμε τη μοναδικότητα της ανάβασης. Ακούσαμε από πολλούς, όπως κι εσύ ακούς από μένα τι να περιμένουμε από τις τρεις αυτές ημέρες. Όσα κι αν ακούσεις ωστόσο, τα ταξίδια, και ειδικότερα οι στιγμές όπως αυτή της ορειβασίας στο Huayna Potosi, αποκτούν νόημα μόνο όταν τις βιώσεις. Είναι από τις εμπειρίες που σε φτάνουν στα όριά σου, αλλά σε κάνουν λίγο μεγαλύτερο, λίγο πιο δυνατό ψυχικά. Μου πήρε καιρό να καταλάβω ότι αυτό ζητάω από τα ταξίδια μου και αυτό είναι το νόημα της ζωής μου. “Φτάσε όπου μπορείς”, είναι η φράση του Καζαντζάκη που πάντα έχω στο μυαλό μου. Και τελικά εγώ, εσύ και ο καθένας που το θέλει πραγματικά μπορεί να φτάσει πάνω από τα σύννεφα, στα 6.088 μέτρα.